Μέχρι τα τέρατα του κόσμου

 

Μέχρι τα τέρατα του κόσμου

 

 (Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αξία, 16/07/11)

 

«Τέρατα και σημεία:

συμβάντα ή έργα

προκαλούντα κατάπληξιν»

Νέον Λεξικόν Δημητράκου 

 

 

 

 

 

 

 

 

Το σώμα ως ένδυμα

          Σαν πολύχρωμα φαντάσματα σε κατάσταση προσωρινής ακινησίας, ένα πλήθος παράξενων ενδυμάτων υψηλής ραπτικής εκτίθενται στο Μουσείο Μπενάκη (έως 31/7 στο πλαίσιο του Ελληνικού Φεστιβάλ), σε επιμέλεια της ομάδας Atopos Contemporary Visual Culture. Τα συνηθισμένα φαντάσματα, συνήθως μίνιμαλ, κάνουν τις εφορμήσεις τους ντυμένα με ένα ελαφρύ σεντόνι. Εδώ, τα εντυπωσιακά ενδύματα που στέκουν στην αίθουσα, «αγαλματάκια ακίνητα», επιδίδονται στον πιο ξέφρενο μαξιμαλισμό και δημιουργούν την εντύπωση ότι στο εσωτερικό τους ζει ένα «ανθρώπινο» σώμα. Περισσότερο φανταστικά πλάσματα παρά ενδύματα, μαρτυρούν με το σχήμα τους ότι τα σώματα που θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν είναι αλλιώτικα από τα συνηθισμένα… 

          Μετά από λίγο χρόνο αισθητικής ενατένισης, απανωτών εκπλήξεων και ειλικρινούς διασκέδασης μπροστά σε αυτό το στατικό καρναβάλι, το αιώνιο, παιδικό κι εντούτοις φιλοσοφικό ερώτημα ξεπηδάει στο μυαλό του φιλοθεάμονος επισκέπτη: «Γιατί;» Αυτό το ερώτημα μπορεί να λάβει αρκετές σωστές απαντήσεις. Η απρόβλεπτη ίσως απάντηση, την οποία και επιλέγουμε να αναπτύξουμε σε αυτό το άρθρο, παρακάμπτοντας το δέλεαρ μιας εικαστικής ανάλυσης, όσο και τον πειρασμό μιας ψυχολογικής προσέγγισης, είναι η εξής: «Η κλίση προς την αναπαράσταση ενός πλήθους έντονης ανομοιομορφίας με ροπή προς το τερατόμορφο, που εμφανίζεται στην έκθεση, υπάρχει για τον ίδιο λόγο που υπάρχει: α) το κίνημα των Αγανακτισμένων και β) το Facebook».

          Ο λόγος στον οποίο αναφερόμαστε είναι η ανάγκη για μια νέα μορφή συλλογικότητας. Αυτή η ανάγκη συνδέει τα τρία παραδείγματα: το σώμα της τέχνης, το σώμα της τεχνολογίας, το σώμα της κοινωνίας. Θα επιχειρήσουμε να εξηγηθούμε το συντομότερο δυνατόν. Προϋποτίθεται να δούμε την έκθεση «Τέρατα και Σημεία» όχι τόσο ως τέρας, αλλά κυρίως ως σημείο των καιρών.

 

Δεν μας χωράει ο τόπος

          Ποια είναι τα όρια του σώματός μας; Πού σταματάει το Eγώ και ξεκινάει το Eμείς; Η συζήτηση για τα όρια του εαυτού καλά κρατεί, στον πυρήνα της μεταμοντέρνας υπαρξιακής αγωνίας. Η απελευθέρωση από τη συλλογικότητα μας εγκλωβίζει στον εαυτό μας. Η απελευθέρωση από την ατομικότητα μας εγκλωβίζει σε απρόσωπα σχήματα. Μοιάζει αυτό το κυνήγι της ελευθερίας με μεταγωγή από φυλακή σε φυλακή.

          Σήμερα αναζητούμε δειλά μια νέα συλλογικότητα, παραμένοντας ωστόσο δεσμώτες του εγώ και μάλιστα με φρεσκοστιλβωμένες αλυσίδες. Ως «Σήμερα» εννοείται αυτή η παγκόσμια μέρα που ξημέρωσε για να μας βρει στις πλατείες, εντελώς μόνους και εντελώς μαζί. Κρίκοι μιας ευρωπαϊκής αλυσίδας που σείεται, δεν λειτουργούμε πια, αν ποτέ λειτουργήσαμε, ως Έλληνες, αλλά ως μονάδες που ανήκουν λιγότερο στο έθνος και περισσότερο στον εαυτό τους. Φέραμε το σώμα μας στην πλατεία ως ελληνικό απομεινάρι, αλλά μαζί ήρθε και το κεφάλι μας ως εξατομικευμένη διαφορά. Κάτι από τα δύο φαίνεται να μη μας χωράει πια.

          Οι πιο πολιτικοποιημένοι ανάμεσά μας, που τα ψυχικά τους αιτήματα τούς επιτρέπουν ή τους επιβάλλουν να στρέφονται από το μερικό προς το γενικό,  έχουν εν γένει συναίσθηση της ιδιωτικής φυλακής και οργανώνονται σε μεγαλύτερες συμμαχίες. Οι πιο ιδιώτες ανάμεσά μας, που ζουν σε παράλληλα σύμπαντα ξεχνώντας ότι συνδέονται με τη δημόσια μήτρα και δεν βρίσκουν ταύτιση με κάποιον σκοπό ευρύτερο του ατομικού βίου, οργανώνουν την ψυχή τους σε μικρά νοικοκυριά. Εντούτοις, εικάζω πως όλοι ανεξαιρέτως έχουμε εκλάμψεις επίγνωσης της εσωτερικής μας ερήμωσης και ότι αυτές φωτίζουν τον δρόμο από το ιδιωτικό προς το δημόσιο και αντίστροφα. Ίσως, από την άλλη, η διάκριση δημόσιου και ιδιωτικού να είναι ήδη ξεπερασμένη, από τη στιγμή που ένας νέος χώρος παρουσίας έχει έρθει να ενώσει το Εγώ με το Εμείς και να επέμβει τόσο στην έννοια του προσώπου όσο και στην έννοια της κοινότητας. Το facebook, ή ελληνιστί το βιβλίο των προσώπων.

 

Το Λερναίο τέρας

          Το facebook, αυτή η νέα επικοινωνιακή μόδα, που λατρεύεται από εκατομμύρια χρήστες ανά την υφήλιο, μέσω καθημερινού τελετουργικού με ειδική ορολογία και cool συνήθειες που σταδιακά εγκαθίστανται στην συμπεριφορά μας, ξορκίζεται από τους υπόλοιπους ως «μηχανή του διαβόλου» που εξυπηρετεί την διεθνή κατασκοπία, την εμπορική διαφήμιση και την ηδονοβλεπτική διαστροφή, απομακρύνοντάς μας από τις πραγματικές ανθρώπινες αξίες, που διαδίδεται ότι μπορούν να επιβιώσουν μόνο σε κατάσταση πραγματικής εγγύτητας.

          Κάποτε υπήρχε δημόσιο και ιδιωτικό. Σήμερα υπάρχει η μόδα του FB, όπως υπάρχει και η μόδα του να μην εγκρίνεις το FB. Πρόκειται βέβαια για την ίδια διάκριση, το ψευδοδίλλημα «δημόσιο ή ιδιωτικό», με λίγο διαφορετικούς όρους. «Έχεις facebook;» ρωτά χαμογελαστά ο αφελής, που νομίζει ότι ο κόσμος φτιάχτηκε για το καλό του. «Έχω καλύτερα πράγματα να κάνω, απ’ το να φακελώνομαι εθελοντικά» απαντά ο πολέμιος, που νομίζει ότι ξέρει πώς λειτουργεί το Σύστημα και απορρίπτει την επιρροή του διαδικτυακού τέρατος, παραγνωρίζοντας όμως ότι αυτή τον διαπερνά είτε το επιλέγει είτε όχι.

          Αν πεις ναι στο facebook αποκτάς δημόσιο πρόσωπο, το οποίο μακιγιάρεις ή καλύπτεις με το προσωπείο που προτιμάς, και έτσι γίνεσαι ορατός στο παγκόσμιο χωριό, αντιμετωπίζοντας όλες τις απειλές που αντιμετωπίζει κάθε άνθρωπος που δεν είναι ο Αόρατος. Αργά ή γρήγορα, χωρίς πρόσωπο στο Internet, δεν θα έχουμε πρόσωπο στην κοινωνία.

 

 

Πάρτι στο ισόγειο

          Δεν είναι τυχαίο που η συγκέντρωση στην πλατεία ξεκίνησε από το Facebook, διότι το πλανητικό αυτό δίκτυο δεν διευκολύνει απλώς την διάδοση της πληροφορίας, αλλά επιπλέον είναι ο μηχανισμός που μετατρέπει τους χρήστες σε δημόσια πρόσωπα και άρα αυξάνει την ευθύνη τους (πρωτίστως απέναντι στην εικόνα τους, πράγμα που, καλώς ή κακώς, συνιστά το ισχυρότερο ηθικό κίνητρο). Τέλος, λειτουργεί σαν μια κοινή δεξαμενή από την οποία αντλούμε την ταυτότητά μας καθώς και σαν πειραματικός σωλήνας όπου τεστάρουμε το μίγμα της διαφορετικότητάς μας.

          Η προέκταση των παραπάνω (τουλάχιστον φαινομενικά) θετικών στοιχείων, μπορεί να φτάσει και μέχρι την Πλατεία. Πλέον, ασκούμεθα καθημερινά στο πως θα μετατρέψουμε το ιδιωτικό σε δημόσιο. Η συγκέντρωση στις πλατείες είναι, υπ’ αυτό το πρίσμα, μια πραγματική συνέπεια της εικονικής ζωής. Δεν θα πρέπει εδώ να θεωρηθεί ότι η πολιτική διάσταση του υπό εξέταση φαινομένου παρακάμπτεται ως αμελητέα. Απουσιάζει τεχνηέντως, ώστε να δώσει χώρο στην εστίαση του άρθρου.

          Υποστηρίζουμε λοιπόν ότι θα ήταν λάθος να υποτιμήσουμε την δύναμη της τεχνολογίας και να θεωρήσουμε πως μπορούμε να περιορίσουμε την επιρροή της στην λειτουργική της χρήση, αποτρέποντας την ψυχική. Το Διαδίκτυο αναλαμβάνει την δια βίου καλλιέργεια του πνεύματός μας, με άλλα λόγια είναι ο Πνευματικός μας, που μας δίνει αφειδώς τις πληροφορίες που συγκροτούν το υλικό της μόρφωσης και ταυτόχρονα στήνει το ηθικό πλαίσιο μέσα στο οποίο από δω και πέρα θα σκεφτόμαστε. Εκείνο που δεν κάνει, είναι να μας παρέχει τον γερό σκελετό όπου θα στέριωνε η γνώση, ενώ μας εκπαιδεύει κατευθείαν για το επόμενο στάδιο, εκείνο της αλίευσης του υλικού και της αναπαραγωγής του.

          Η παραγωγή, διάχυση και αναπαραγωγή παντός είδους πληροφορίας από όλους τους χρήστες ισοπεδώνει την κλίμακα του σημαντικού, υπό το μεταμοντέρνο πρόταγμα κατεδάφισης των βάθρων και ανέλκυσης των βόθρων και δημιουργεί ένα φαινόμενο ισότητας, μέσω της πρόσβασης σε υλικό που είναι κοινό για όλους. Κανείς δεν μένει στο υπόγειο, κανείς δεν μένει στο ρετιρέ. Το πολύχρωμο πάρτι της πληροφορίας γίνεται στο ισόγειο και, επιπλέον, δεν υπάρχει face control.

          Έχοντας εισχωρήσει στο πάρτι της «ισότητας», χορεύεις μαζί με όλους στο άνετο ίσωμα, αλλά κρυφά (ή φανερά, αν τολμάς) επιθυμείς το face control, που θα σε προστάτευε από την ισότητα των άλλων. Ακατόρθωτο παραμένει το να μην επιθυμείς την διάκριση από τους υπόλοιπους. Η ανάγκη να ξεχωρίσεις είναι σύμφυτη με την μοναδική σου ύπαρξη. Πρέπει να χορέψεις καλύτερα από όλους. Πώς μπορεί όμως κάποιος να είναι «prom queen» (βασίλισσα του χορού), αν είμαστε όλοι «ισότιμα» party animals;

 

 

 

Το πορτραίτο του πλήθους

          Οι τελευταίες κινητοποιήσεις πάντως αναδεικνύουν την αισιόδοξη πλευρά της λειτουργίας του Διαδικτύου και εν προκειμένω του Facebook. Η μεταφορά του πολυκέφαλου ζώου της ηλεκτρονικής κοινότητας στους δρόμους των ευρωπαϊκών πόλεων μας προσφέρει μια απόδειξη ότι η πληροφορία «απόψε στις 6 στην κεντρική πλατεία» θα παρέμενε κενό σημαίνον αν δεν την νοηματοδοτούσαμε με το δικό μας νόημα, το δικό μας κατεπείγον. Η απόδοση μικρότερου ή μεγαλύτερου νοήματος στις επιλογές μας εξασφαλίζει μια ποικιλομορφία ζωτικής σημασίας. Το νόημα που εγκαθιστούμε σε μια, μέχρι πρότινος, άδεια πληροφορία μπορεί να προκαλέσει ένα Συμβάν, μια εκπληκτική ρήξη με το κοινότοπο και το επαναληπτικό. Αυτή η ρήξη δείχνει ότι μέσα στον εγκέφαλο του Διαδικτύου μπορεί να κατοικήσει ο Νους του ανθρώπου.

          Η συγκέντρωση στις πλατείες διαφέρει από προηγούμενες κινητοποιήσεις όχι μόνο επειδή ξεκίνησε από την ηλεκτρονική κοινότητα του FB, αλλά και επειδή το πλήθος έχει μεν ένα σώμα, αλλά τα πρόσωπά του είναι πολλά. Αυτή η διαφορά είναι καθοριστική. Δεν έχουμε μια συγχωνευμένη ομάδα, αλληλέγγυα και ομόφωνη, με ένα μυαλό και ένα στόμα, στους κόλπους της οποίας θα εξέλιπε ο ιδιαίτερος χαρακτήρας κάθε προσωπικότητας. Έχουμε τη συνύπαρξη ατομικοτήτων, που κουβαλούν πάντα την προσωπική τους μοίρα. Έχουμε μια πραγματική εφαρμογή του μεταμοντέρνου κοσμοειδώλου.

          Το αίτημα των σκεπτικιστών για «πιο συγκεκριμένα αιτήματα εκ μέρους των Αγανακτισμένων» είναι κατανοητό και παλιότερα θα είχε κάποιο νόημα, όμως στην περίπτωση που εξετάζουμε, η εκπλήρωσή του θα σήμαινε αποτυχία του εν λόγω μετα-κινήματος, γιατί θα ερχόταν σε κόντρα με το μοναδικό κοσμοείδωλο με το οποίο ταυτιζόμαστε βαθιά, το κατακερματισμένο σώμα που θέλει και πάλι να ενωθεί, αλλά διατηρώντας την ετερογένειά του.

          Αξίζει να αναφέρουμε ότι η μεταμοντέρνα κοινωνία μοιάζει στο σημείο αυτό με την ρωμαϊκή. Σύμφωνα με τον Φιλίπ Νεμό («Τι είναι η Δύση;» Εστία, 2008), ο ουμανισμός είναι επινόηση του ρωμαϊκού ιδιωτικού δικαίου και της νομικής προστασίας της ιδιοκτησίας. Η πρόοδος του ιδιωτικού δικαίου βγάζει την ανθρωπότητα από τον ολισμό και την διασπά σε πολλά διαφορετικά Εγώ. Από τη στιγμή που ο κόσμος της ιδιωτικής ζωής καταλαμβάνει τη σκηνή, έχουμε μια εκδοχή της Δημοκρατίας, που θυμίζει την αρχαία Ρώμη – όχι πολιτειακά, αλλά ως προς τις απαρχές της εξατομίκευσης – όπου η δημόσια ζωή αποτελεί τον διάκοσμο της ιδιωτικής.

          Αν νομίζουμε ότι, εξαιτίας της γεύσης από Εκκλησία του Δήμου, που πήραμε στις Λαϊκές Συνελεύσεις της πλατείας, κινούμαστε σύμφωνα με την αρχαία ελληνική εκδοχή της Δημοκρατίας, όπου η πολιτική ζωή ήταν, κατά τον Αριστοτέλη, ο πήχης με τον οποίο ο πολίτης όφειλε να μετράει τη ζωή του, μάλλον κάπου σφάλλουμε. Ο Σωκράτης αναζητούσε την αλήθεια και η αναζήτησή του ήταν ουσιοκρατική. Σήμερα για να ενδιαφερθούμε για το δημόσιο, πρέπει πρώτα να αντιληφθούμε την ατομική μας εμπλοκή. Αυτό μπορεί να πετύχει μόνο αν αναγνωρίσουμε το γεγονός της εξατομίκευσης και αν το χρησιμοποιήσουμε υπέρ του συνόλου.

          H συγκέντρωση λοιπόν έχει μεγάλη διάρκεια και απήχηση όχι επειδή υπάρχει κοινό αίτημα (ας πούμε, η μετακίνηση του οικονομικού και ψυχικού άχθους), αλλά κυρίως επειδή στηρίζεται στη μεταμοντέρνα-μεταρωμαϊκή συνθήκη του «περσοναλισμού». Το άτομο είναι εκεί, αλλά χωρίς να ξεχνάει τις επιθυμίες, το γούστο, το υπερτονισμένο του Εγώ και ό,τι άλλο συνθέτει το προσωπικό του πορτραίτο, ζωγραφισμένο σε βάθος χρόνου από το καπιταλιστικό όνειρο και τις καταναλωτικές ονειροπολήσεις, που κανακεύουν την βαθιά ανάγκη του ανθρώπου να ξεχωρίσει.

          Τα πρώτα «πορτραίτα» αναγνωρίζει ο Νεμό στα πρόσωπα των ρωμαϊκών αγαλμάτων, ενώ στην ελληνική γλυπτική και ιδίως στους Κούρους και τις Κόρες, βλέπει ανώνυμα πρόσωπα, που λειτουργούν περισσότερο ως αρχέτυπα, παρά ως εξατομικευμένες ανθρώπινες μορφές, όπου θα αποτυπώνονταν οι χάρες και τα ελαττώματα του καθενός. Οι Κούροι και οι Κόρες που μαζευόμαστε στην πλατεία (την πραγματική ή την εικονική) δεν εκπροσωπούμε το Ιδεώδες, αλλά το Προσωπικό. Μέσω των ρωμαϊκών προσωπείων μας, στήνουμε ένα σοβαρό καρναβάλι, νέας ψυχοτεχνολογίας, που αναδεικνύει στο σώμα μας έναν τόπο αντίστασης και μοναδικότητας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Μάσκα προσώπου

          Η έκθεση των παράδοξων ενδυμάτων στο Μπενάκη (υπό τον τίτλο «Arrrgh! Τέρατα και Σημεία στη Μόδα») είναι μια αντανάκλαση των σωμάτων που αντιστέκονται στο πλαίσιο κάθε προβληματικής συγκυρίας του ανθρώπινου βίου. Τα σώματα αυτά είναι εκφραστικά και βροντοφωνάζουν όσα σκέφτονται. Είναι σώματα γκροτέσκα, που δεν χωρούν στον εαυτό τους, που έχουν ανάγκη να μιλήσουν την ιδιόλεκτο της ψυχής τους, ενώ συνηγορούν υπέρ της ετερότητας όλων των άλλων. Ταυτόχρονα, δεν αποχωρίζονται την μάσκα τους ή λατινιστί την «persona» τους, δηλαδή το ομιλούν θεατρικό προσωπείο, που τους επιτρέπει να υποκρίνονται έναν χαρακτήρα. Όπως όλοι μας δηλαδή, έτσι κι αυτά τα «τέρατα», που μας μοιάζουν παρ’ ότι δεν είναι προφανές, (απο)καλύπτονται φορώντας το πρόσωπο που προτιμούν, για να ενωθούν, μέσα από την ετερότητά τους, επί σκηνής, σε μια «πιο πλατιά, καθολική ατομικότητα, που χωράει τα πάντα» (Μ. Μπαχτίν).

          Στο πανάρχαιο «Γιατί;», που επανέρχεται κάπου εδώ ως εξής: «Τελικά γιατί γράφτηκε αυτό το άρθρο;» μία απάντηση έχουμε να δώσουμε. Διότι μέσω της τέχνης αποκαλύπτεται η κοινωνία που έχουμε και η κοινωνία που θα θέλαμε να έχουμε. Όπως υποστηρίζει ο Μιχαήλ Μπαχτίν στο βιβλίο του για τον γκροτέσκο και επαναστατικό Ραμπελαί, η γνώση και η πράξη αναδιοργανώνονται μέσω της αισθητικής. Η αισθητική μορφή είναι το πιο πρόσφορο πεδίο για να ασκήσουμε το μυαλό μας και για να ερμηνεύσουμε τον κόσμο στον οποίο ανήκουμε. Ή απλούστατα, μερικές τρελές φορές, η σκέψη μας φτάνει πιο ψηλά με δυο κόκκινα αυτιά λαγού στο κεφάλι.

 Μ.Γ.

 

Σχολιάστε